Ένα βλέμμα / Κουκουλώνοντας την ασυμμετρία / Tου Νίκου Γ. Ξυδάκη / Η Καθημερινή, 22/03/2009
- Η επιχειρούμενη ποινικοποίηση της κουκούλας και κάθε καλύμματος της κεφαλής, μαντίλας, κασκόλ, κάσκας και μουτσούνας, ενδεχομένως και του μακιγιάζ με αντιδακρυγόνο Maalox, αποδεικνύει ότι ένα ανίκανο, διεφθαρμένο και ψοφοδεές κράτος μπορεί να επιλέξει αυταρχικές πρακτικές και να φαλκιδεύσει τις συνταγματικές και φυσικές ελευθερίες, ακριβώς για να καλύψει τις δικές του αδυναμίες και ανεπάρκειες. Η εσπευσμένη παραγωγή κατασταλτικών νόμων, όπως η ποινικοποίηση της κουκούλας και η αυτεπάγγελτη δίωξη της περιύβρισης αστυνομικού οργάνου, δείχνει μια πολιτική διοίκηση που τελεί εν πανικώ αφ’ ενός και αδυνατεί ή και δεν θέλει να καταλάβει τι συμβαίνει στην κοινωνία αφ’ ετέρου· μια διοίκηση που φαίνεται να μην έχει πια επαφή με την πραγματικότητα. Οι πενήντα-εκατό-διακόσιοι μπάχαλοι που γκρεμίζουν τα μαγαζιά του αθηναϊκού κέντρου με οργάνωση μιλίτσιας, εκτός κάθε διαδηλωσιακού ή συγκρουσιακού πλαισίου, ασφαλώς εκδηλώνουν αντικοινωνική, παραβατική συμπεριφορά· η βία τους είναι αυτάρεσκη και μηδενιστική και ελάχιστα πολιτική· είναι περισσότερο αυτοδικία ντεσπεράντο, παρά πολιτική δράση εντός κινήματος. Είναι όμως τέτοιοι οι περίφημοι κουκουλοφόροι, οι hoodies του Δεκεμβρίου, που κατέκλυσαν τους δρόμους όλων των ελληνικών πόλεων; Οχι. Οποιοσδήποτε εχέφρων και ψύχραιμος δεν ταυτίζει το μέγα πλήθος του Δεκέμβρη, ένα ποικιλόμορφο σμήνος ανθρώπων και γενεών, με ελάχιστες εκατοντάδες τυφλωμένων μπάχαλων.
- Όσοι επινόησαν νέες μορφές συμβολικής διαμαρτυρίας και παραδειγματικών δράσεων, όσοι λατρεύουν τη ζωή με τρόπους νεοχίπικους, αντιηγεμονικούς, ρομαντικούς, ακόμη και αφελείς· όσοι έφηβοι κατέκλυσαν τις ελληνικές πόλεις και δήλωσαν την παρουσία τους σωματικά, που δήλωσαν πένθος και οργή, αλλά και δίψα για μιαν άλλη ζωή, έστω και άναρθρα· όσοι ημιαπασχολούμενοι και επισφαλείς είπαν «φτάνει πια» απέναντι στην αλαζονεία και τη διαφθορά, όλοι αυτοί σε κάποια από τις πολλές διαδηλώσεις του Δεκέμβρη και του Γενάρη, όταν ψεκάστηκαν εξ επαφής με δακρυγόνα, όταν τα σύννεφα των χημικών έπνιγαν δικαίους και αδίκους, όλοι αυτοί κάποια στιγμή κουκουλώθηκαν, με κασκόλ, με μάσκες χειρουργείου, με μαντίλες, με μάσκες ελαιοχρωματιστή, με γυαλιά σκι… Είναι κουκουλοφόροι; Κι όλοι σχεδόν φώναξαν το γνωστό σύνθημα που μπορεί να θεωρηθεί περιύβριση αστυνομικού λειτουργού. Όλοι αυτοί, χιλιάδες Ελληνες, κάθε ηλικίας και κοινωνικής τάξης, επί μέρες, επί βδομάδες, παραβίαζαν τους νέους νόμους που ανήγγειλε την περασμένη εβδομάδα ο υπουργός Δικαιοσύνης. Χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες παρανόμησαν, ακόμη και στο νεκροταφείο του Παλαιού Φαλήρου, μετά την κηδεία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Ολοι θα έπρεπε να συλληφθούν και να δικαστούν. Και τα κρατητήρια, οι φυλακές, τα δικαστήρια θα ξεχείλιζαν παράνομους, θα δικαζόταν και θα καταδικαζόταν όλο το πολύμορφο πλήθος του Δεκέμβρη. Θα δικαζόταν το πιο ευαίσθητο, το πιο ευάλωτο, το πιο νεαρό μέρος του ελληνικού πληθυσμού.
- Η δαιμονοποίηση και η τυφλή καταστολή δεν οδηγούν στην κοινωνική ηρεμία· αντιθέτως, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγήσουν σε περισσότερη και πιο τυφλή βία. Η γενική ακατανοησία, οι ασύμπτωτοι κόσμοι, η ανομία, η ηθική εξαχρείωση, η δαιμονοποίηση οδηγούν στη διάχυτη μνησικακία, στην αυτοδικία, στην τυφλότητα. Το επισημάναμε από τις πρώτες μέρες του ταραγμένου Δεκέμβρη. Από τη μια μεριά, σιδερόφρακτες φυλασσόμενες επαύλεις, από την άλλη, μιλίτσιες βανδάλων και κουμπουροφόρων, όπως στις μητροπόλεις του Τρίτου Κόσμου και στα slum, όπως στις πολιτικές δυστοπίες των μυθιστοριογράφων και του σινεμά· και ανάμεσα, η απέραντη μεσαία Ελλάδα, δηλαδή όλοι. Αυτόν τον κόσμο της τερατώδους ασυμμετρίας πρέπει να δούμε ως απειλή, ως τρομερό ενδεχόμενο.
- Η άλλη βία, αυτή που εκλύθηκε τρομερή τον Δεκέμβρη, μπορεί να ερμηνευθεί και ως αναμενόμενη αντίδραση, όπως και οι μουγγές διαδηλώσεις του 2007· ένας σπασμός, από μια κοινωνία που βουλιάζει στη συνενοχή, στον εγωτισμό και στην απάθεια. Το πρόβλημα άρα δεν είναι οι κουκούλες, είναι το γιατί και πότε αναγκάζονται να φορούν κουκούλες οι νεαροί διαδηλωτές, γιατί κρύβονται και από ποιους· είναι το πώς φτάσαμε από τις μούτζες και τη μουγγαμάρα του καλοκαιριού 2007 των πυρκαγιών στις ξέφρενες οδομαχίες του Δεκέμβρη 2008. Τι έβραζε και βράζει ακόμη μες στο σώμα της κοινωνίας; Πώς εκτρέφεται η λατρεία της βίας σε ορισμένα τμήματα της νεολαίας, από τα γήπεδα έως τα μπάχαλα; Πόσο αρχαϊκή και υποκριτική είναι η παρεχόμενη δημόσια εκπαίδευση; Ποια είναι τα κυρίαρχα υποδείγματα βίου; Ποια τα παραδείγματα των δημοσίων ανδρών; Εχουμε το θάρρος να αναρωτηθούμε; Αν ναι, τότε ίσως βρούμε απαντήσεις και δεν θα έχουμε ανάγκη σκληρότερους νόμους, περισσότερη καταστολή. Εχθρός της κοινωνίας δεν είναι ο νεαρός με το κουκουλοφούτερ και τη μαντίλα. [http://vlemma.wordpress.com%5D
Αναδημοσίευσα το παραπάνω εξαιρετικό κείμενο του κ. Ξυδάκη, επειδή βρήκα ενδιαφέροντες τους προβληματισμούς του και με βρίσκουν σύμφωνο και τα ερωτηματικά του. Η αλήθεια είναι ότι ως κοινωνία έχουμε φτάσει στα όρια του μη περαιτέρω. Είναι μια κοινωνία που τη βλέπεις ώρες-ώρες βυθισμένη στην απάθειά της, αλλά και κάποιες άλλες ώρες έχεις την εντύπωση ότι είναι τόσο παθιασμένη που ελευθερώνεται από τις ζώνες ασφαλείας που έχει η ίδια επινοήσει για τον εαυτό της και που την κρατάνε δεμένη μέσα σε σίδερα! Σκέφτομαι ότι πολλές φορές δεν κυριαρχεί ο ορθός λόγος αλλά και το συναίσθημα. Στην πραγματικότητα, η κοινή μας εμπειρία δείχνει ότι τα ανθρώπινα σύνολα έχουν βασικά τους κίνητρα το ένστικτο και το συναίσθημα και τα άτομα που διαχειρίζονται τις τύχες μας τον ψυχρό λογισμό.
- Ίσως, απλουστευτικά, να έβγαζα το πολιτικά «αγοραίο» συμπέρασμα ότι φταίει η Δεξιά κι αυτό να είχε μια βάση. Αλλά νομίζω ότι θα ήταν υπερβολικά απλουστευτικό. Φταίει ωστόσο μέχρι του σημείου εκείνου που συμπεριφέρεται δίχως μια συγκεκριμένη κυβερνητική πολιτική πρακτική που οφείλεται σε έλλειψη ιδεολογίας, πολιτικού σχεδίου, οραματικής προοπτικής. Από την άλλη υπάρχουν ατομικά τραύματα της νεανικής ηλικίας, απόκρυφες μνησικακίες, παρασιωπημένα πάθη, απροσδόκητες στη σύνθεσή τους κληρονομικότητες, επιδράσεις αισθητές ή αδιάγνωστες του περίγυρου… Θα μπορούσα να σταθώ στη μικροψυχία του υπουργού Δικαιοσύνης και στην αδυναμία του να κρίνει την εποχή του, αφού επιλέγει την πιο ανόητη δυνατότητα που του προσφέρει η εξουσία του: να ποινικοποιήσει την κουκούλα! Είναι κωμικοτραγικό. Παραπέμπει σε αλήστου μνήμης εποχές, όπου γελούσαμε με τις αποφάσεις της εξουσίας που βασιζόταν στη δύναμη των όπλων. Η σημερινή κυβερνητική εξουσία δυστυχώς νιώθει ανασφάλεια, πολιτεύεται δίχως σωφροσύνη, με αναλγησία και άκαρδο υπολογισμό.
- Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ατμομηχανή της ελληνικής κοινωνίας έχει μέσα της όχι άλογα, αλλά… μουλάρια! Μουλάρια που κάνουν σαν τρελά και δεν μπορεί κανείς να τα κουλαντρίσει κι εκείνα μας σέρνουν στα βάτα, σε λαγκαδιές, ανηφόρες, κατηφόρες και γκρεμούς… Το ζήτημα είναι ότι πολλοί από μας που γράφουμε, εύκολα κάνουμε κάποιες διαγνώσεις κι όλοι φαίνεται να έχουμε συνειδητοποιήσει την ανάγκη μιας ριζικής θεραπείας. Δεν υπάρχει όμως εκείνος που θα προτείνει συγκεκριμένη θεραπεία! Κάποιοι φτάνουν στο σημείο να την επινοήσουν τη θεραπεία κι επειδή δεν είναι η ενδεδειγμένη, αποτυγχάνουν.
- Αρχίζω να φοβάμαι ότι η «θρησκεία της πολιτικής» πιθανόν να κατευθύνεται προς ναυάγιο και για να μην παρεξηγηθώ, θα έλεγα ότι ενδεχομένως θα έπρεπε να ιδωθεί κάτω από ένα νέο φως, ένα νέο πρίσμα. Από μέσα μου, νιώθω ότι στην πολιτική στηρίζω τις ελπίδες μου, αλλά σε μια πολιτική που θα αναλάβει να μας επιβάλει τη θεραπευτική της αγωγή κατά τον τρόπο που επιβάλλουν τις ψυχρολουσίες ή τα ηλεκτροσόκ σ’ ένα φρενοκομείο. Δεν χρειάζονται στις μέρες μας ούτε έξαλλες αφοσιώσεις αλλά ούτε και στρατευμένοι ενθουσιασμοί. Σωθήκανε τα ψέματα για την ελληνική κοινωνία και δεν μπορούμε να παραχωρούμε απεριόριστες πιστώσεις στο μέλλον, όχι για τίποτε άλλο, αλλά για να μην κοροϊδεύουμε κυρίως τον εαυτό μας. Κι όπως θα ‘λεγε κι ο Θουκυδίδης «οι καιροί ου μενετοί»!